8ο Πανελλήνιο Συνέδριο e-Θέμις

Ομιλία του Νικόλα Κανελλόπουλου, στο 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο e-Θέμις, με θέμα: “Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης των οφειλών των επιχειρήσεων ως εργαλείο για την ανασυγκρότηση της οικονομίας”, που πραγματοποιήθηκε στα Μετέωρα (Καλαμπάκα), στο Divani Meteora Hotel στις 17 & 18 Μαρτίου 2017.

 

Είναι πολύ εύστοχη και επίκαιρη η επιλογή της Ένωσης Ελλήνων Νομικών e-Themis να αφιερώσει το ακροτελεύτιο μέρος των εργασιών του 8ου Συνεδρίου της στο ρόλο της διαμεσολάβησης και στην προστιθέμενη αξία που αυτή μπορεί να δημιουργήσει στο πεδίο της οικονομικής ζωής. Και είναι αλήθεια ότι η διαμεσολάβηση, η διαπραγμάτευση, η εξωδικαστική διευθέτηση των διαφορών, ως φιλοσοφία και πρακτική μεθοδολογία, ήλθε ξανά στο προσκήνιο της επικαιρότητας με αφορμή το εκκρεμές νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας, για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων.

Το σχέδιο νόμου και οι διατάξεις του μονοπωλούν το ενδιαφέρον της νομικής κοινότητας και -κυρίως- τον κόσμο των επιχειρήσεων τις τελευταίες εβδομάδες και μήνες. Και όχι άδικα: Ο σχεδιασμός ενός εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων αποτελεί, αναμφίβολα, μια πολύ σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία που αποσκοπεί ευθέως στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας που έχει πληγεί από την πολυετή ύφεση. Υπ’ αυτή την έννοια και την αποστολή του, το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου διαθέτει θετικό περιεχόμενο και ορθή στόχευση, καθώς στις προθέσεις του νομοθέτη είναι μάλλον ευδιάκριτη η βούληση και προσδοκία για την οριστική επανεκκίνηση της ελληνικής Οικονομίας.

Το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου διαθέτει, παράλληλα, ιδιαίτερη σπουδαιότητα και στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για την προώθηση των εναλλακτικών μεθόδων διαχείρισης των διαφορών χωρίς την ανάγκη προσφυγής στα Δικαστήρια. Με αυτήν ακριβώς τη στόχευση, ο ΟΠΕΜΕΔ ήδη από τον Ιούνιο 2016 ανέλαβε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και ενεργό ρόλο, υποβάλλοντας τεκμηριωμένες προτάσεις προς το αρμόδιο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, για την ενεργό εμπλοκή των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών στο συντονισμό και τη διαχείριση του όλου εξωδικαστικού μηχανισμού διαπραγμάτευσης και ρύθμισης. Η Κυβέρνηση συνεργάσθηκε στενά με τον Οργανισμό, αποδεχόμενη τη φιλοσοφία, καθώς και επί μέρους στοιχεία των προτάσεων που ο ΟΠΕΜΕΔ υπέβαλε, διαμορφώνοντας τον πυρήνα της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας.

Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα νέο σύστημα διαχείρισης και διευθέτησης των διογκωμένων λόγω της κρίσης επιχειρηματικών οφειλών. Στοχεύει στην παροχή “δεύτερης ευκαιρίας” στους επιχειρηματίες που, παρά τις αντιξοότητες που αντιμετώπισαν, μπορούν και αξίζουν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, αποφεύγοντας την πτώχευση.

Υπό προϋποθέσεις, πολλές φορές ασφυκτικές, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, κάθε εμπορική επιχείρηση (ατομική ή εταιρική) που έχει φορολογική έδρα στην Ελλάδα και παρουσιάζει ληξιπρόθεσμες και καθυστερούμενες οφειλές άνω των 20.000 €, σύμφωνα με το σχέδιο που έχει τεθεί σε διαβούλευση, μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή της στο νέο σύστημα ρύθμισης. Το σύστημα είναι προσωρινό και έκτακτο, με περίοδο ισχύος έως και το τέλος Αυγούστου 2018.

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, η διαδικασία σε μεγάλο βαθμό θα διενεργείται ηλεκτρονικά. Η αίτηση υπαγωγής υποβάλλεται ηλεκτρονικά. Περιλαμβάνει πρόταση της ίδιας της επιχείρησης προς ρύθμιση των οφειλών της προς τράπεζες, προμηθευτές, Δημόσιο κ.λπ., και συνοδεύεται από κάθε αναγκαίο δικαιολογητικό. Ακολουθεί το στάδιο της διαπραγμάτευσης, όπου γίνεται ανταλλαγή προτάσεων με τους πιστωτές και εντοπίζονται τα περιθώρια συγκλίσεων. Το πρόγραμμα ρύθμισης συμφωνείται με όλους τους πιστωτές ή έστω με την πλειοψηφία του 60% αυτών. Η τελική συμφωνία επικυρώνεται από δικαστήριο, ενώ τη διεύθυνση της όλης διαδικασίας αναλαμβάνει συντονιστής  προερχόμενος  από το μητρώο διαμεσολαβητών του ΥΔΔΑΔ.

Η όλη διαδικασία χαρακτηρίζεται από εμπιστευτικότητα, ενώ οι όποιες συμφωνίες είναι δεσμευτικές για τα μέρη της διαπραγμάτευσης. Με αυτό το περιεχόμενο, το νέο σύστημα ρύθμισης οφειλών μπορεί να οδηγήσει με γρήγορο και αξιόπιστο τρόπο σε βιώσιμες συμφωνίες για τη ρύθμιση των οφειλών των επιχειρήσεων προς όλους τους πιστωτές τους. Με άλλα λόγια, η ρύθμιση είναι ολιστική: δεν αφορά μόνο σε οφειλές από “κόκκινα” τραπεζικά δάνεια και απαιτήσεις προμηθευτών ή εργαζομένων αλλά καταλαμβάνει και οφειλές προς το ίδιο το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Βασικό κριτήριο, η βιωσιμότητα της επιχείρησης και η προοπτική συνέχισης της λειτουργίας της, με ταυτόχρονη ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών.

Θεωρώ και πρέπει, νομίζω να το παραδεχθούμε όλοι, ότι παρά τις επιμέρους ατέλειες ή ασάφειες, το σχέδιο νόμου κινείται προς την ορθή κατεύθυνση. Αποσκοπεί στη διαχείριση ενός μείζονος οικονομικού και κοινωνικού ζητήματος με όρους σύγχρονους και λειτουργικούς. Και προσπαθεί να το πετύχει αυτό χωρίς την πολυτελή και χρονοβόρο δικαστική διαδικασία.

Από τη θέση του ΓΓ του ΟΠΕΜΕΔ, αυτής της σπουδαίας στρατηγικής συμμαχίας των θεσμικών φορέων της Κοινωνίας και της Οικονομίας υπέρ της διάδοσης της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα, είχα τη χαρά και την ευκαιρία να συμμετάσχω και προσωπικά με τρόπο ενεργό σε αυτή τη νέα μεταρρυθμιστική απόπειρα. Ήταν άλλωστε Ιούνιος του 2016 όταν επισκεφθήκαμε, μαζί με τον Πρόεδρο του ΟΠΕΜΕΔ κ. Πικραμμένο, τον τότε Υπουργό Οικονομίας κ. Σταθάκη και προτείναμε την ενεργό εμπλοκή των διαμεσολαβητών στη ρύθμιση των επιχειρηματικών οφειλών. Εννέα μήνες μετά, έχουμε πλέον ένα νομοσχέδιο προ των πυλών, το οποίο αξίζει να αναλυθεί με πολλή προσοχή αλλά και με κριτική διάθεση.

Η παρούσα εκδοχή του σχεδίου νόμου περιέχει δυστυχώς ορισμένες μάλλον άστοχες διατάξεις, οι οποίες είτε στερούνται πρακτικής χρησιμότητας είτε ενδέχεται να δημιουργήσουν στην πράξη μεγαλύτερα προβλήματα από εκείνα που προσπαθούν να επιλύσουν, και οι οποίες βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τη διαφαινόμενη δικαιοπολιτική επιλογή του νομοθέτη υπέρ μίας ταχείας και αξιόπιστης μεθόδου εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.

Ο ΟΠΕΜΕΔ είχε την ευκαιρία να υποβάλει εγκαίρως τις ενστάσεις του και τη διαφωνία του για τις εν λόγω ρυθμίσεις, οι οποίες εμφανίζονται αναποτελεσματικές και πρόκειται με βεβαιότητα να δημιουργήσουν σοβαρά ζητήματα εφαρμογής. Υπό αυτό το πνεύμα, ο Οργανισμός πρότεινε -μεταξύ άλλων- την άρση του αδικαιολόγητου ποσοτικού περιορισμού στον αριθμό των διαμεσολαβητών – συντονιστών, την επικύρωση του πρακτικού συμφωνίας με διάταξη Προέδρου χωρίς δικάσιμο και όχι από πολυμελή δικαστική σύνθεση, τη διασφάλιση της εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας της όλης διαδικασίας, καθώς και την ενδεχόμενη καθιέρωση ειδικότερης διαδικασίας για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.

Ωστόσο, παρά τις εκτεταμένες ανταλλαγές απόψεων και τις σχετικές διαβεβαιώσεις της Κυβέρνησης, οι εν λόγω προτάσεις δεν έγιναν μέχρι στιγμής δεκτές. Προς επίρρωση αυτών των θέσεων, έχουμε υποβάλλει στο πλαίσιο της διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης,  τις επίσημες θέσεις μας για βελτιώσεις και τροποποιήσεις του σχεδίου, οι οποίες φρονούμε ότι θα προσδώσουν στον υπό επεξεργασία μηχανισμό μεγαλύτερη αξιοπιστία, αποτελεσματικότητα και ταχύτητα.

 

ΒΕΛΤΙΩΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

 

        α. Όσον αφορά στο πεδίο εφαρμογής:

Μπορούμε εύκολα να παρατηρήσουμε ότι το σχέδιο νόμου εισάγει ένα μάλλον στενό πεδίο εφαρμογής και πάντως αισθητά στενότερο από εκείνο που θα ήταν αναγκαίο για την πραγματική ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Βλέπουμε ορισμένους αδικαιολόγητους περιορισμούς πρόσβασης επιχειρήσεων στον νέο εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης. Ειδικότερα, το σχέδιο δεν δίνει τη δυνατότητα υπαγωγής σε επιχειρήσεις που έχουν ήδη προβεί σε ρύθμιση κάποιων οφειλών τους (λ.χ φορολογικών). Αυτό εισάγει άνιση μεταχείριση εις βάρος των συνετών επιχειρήσεων που έχουν υπαχθεί σε μία ρύθμιση και την εφαρμόζουν μέχρι σήμερα, αφού σκοπός του νομοθέτη διαφαίνεται να είναι η καθολική και όχι η μερική ρύθμιση και εξυπηρέτηση υποχρεώσεων της επιχείρησης.

Ιδιαίτερα προβληματικές και αναντίστοιχες με την τρέχουσα οικονομική πραγματικότητα είναι και άλλες περιοριστικές διατάξεις, όπως λ.χ. αυτές που αξιώνουν μια επιχείρηση να μπορεί να εμφανίσει μία χρήση με θετικά αποτελέσματα στην τελευταία τριετία ή η άλλη που απαιτεί η επιχείρηση να μη συγκεντρώνει το 85% και πλέον των οφειλών της σε έναν πιστωτή. Τα εν λόγω ποσοτικά χαρακτηριστικά θα μπορούσαν να συναξιολογούνται κατά την ίδια τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και ρύθμισης και όχι να τίθενται ως φίλτρα αποκλεισμού από τον μηχανισμό. Ακόμη και η εξαίρεση όσων έχουν καταδικασθεί εξ αιτίας των οφειλών τους φαίνεται ως υπερβολικά ανεπιεικής. Χωρίς να αμφισβητείται ή να αίρεται ο άδικος χαρακτήρας των πράξεων, πιστεύουμε ότι θα εξυπηρετούσε πληρέστερα τη δικαιοπολιτική επιλογή για την παροχή μιας «δεύτερης ευκαιρίας» σε όσους επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν σήμερα οικονομικές δυσκολίες.

Και φυσικά, φαίνεται εντελώς αδικαιολόγητος και ο πολυσυζητημένος αποκλεισμός από το μηχανισμό των ελεύθερων επαγγελματιών (λ.χ. δικηγόρων, ιατρών, μηχανικών, οικονομολόγων κ.α.). Έτσι μένει εκτός ρύθμισης ένα ζωτικό τμήμα της οικονομικής ζωής. Άποψή μας είναι ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα έπρεπε να μπορούν να προσφύγουν στο νέο σύστημα. Να έχουν δηλαδή πρόσβαση σε ένα αποτελεσματικό και σύγχρονο πλέγμα προστασίας μακριά από τις προβληματικές διαδικασίες του ν. 3869/2010. Εναλλακτικά, θα έπρεπε η Πολιτεία να δημιουργήσει μία ειδική, αυτοτελή διαδικασία σχεδιασμένη πάνω στις πραγματικές ανάγκες των ελεύθερων επαγγελματιών και της οικονομικής τους δραστηριότητας.

Επίσης, σε γενικό επίπεδο, βλέπουμε ότι το σχεδιαζόμενο σύστημα ρύθμισης έχει σχεδιασθεί πάνω σε εθελοντικές βάσεις. Επαφίεται δηλαδή  στη δυνητική βούληση του οφειλέτη ή των πιστωτών. Ωστόσο, επειδή έχουμε την πικρή εμπειρία αχρησίας ανάλογων σχημάτων εκούσιας προσφυγής σε εξωδικαστικές διαδικασίες άποψή μας είναι ότι η διαδικασία θα έπρεπε να έχει χαρακτήρα υποχρεωτικής απόπειρας επίλυσης. Θα πρέπει δηλαδή η προσφυγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό να τίθεται ως διαδικαστική προϋπόθεση πριν την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων από τον οφειλέτη ή πριν την έναρξη διαδικασιών εκτέλεσης από τους πιστωτές.

Εξάλλου, ειδικά για τις πολύ μεγάλες υποθέσεις, που αφορούν σε οφειλές πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, όπου θα είναι πολύ πιθανή μια ανισορροπία δυνάμεων και οι φάκελοι θα παρουσιάζουν μεγάλη πολυπλοκότητα, ίσως θα έπρεπε να υπάρξει ειδική μεταχείριση. Γι’ αυτό έχουμε προτείνει την υιοθέτηση ειδικής διαδικασίας για πολύ μεγάλες επιχειρηματικές οφειλές. Απαιτείται, δηλαδή, η δημιουργία ενός ειδικότερου μητρώου συντονιστών, με τη συμμετοχή πλέον έμπειρων και κατάλληλων διαμεσολαβητών, που θα διαθέτουν τις αναγκαίες γνώσεις, δεξιότητες, καθώς και την απαραίτητη επαγγελματική και επιστημονική εμπειρία για τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων σε αυτήν την ειδική κατηγορία υποθέσεων. Αυτή η εμπειρία θα πρέπει φυσικά να αποδεικνύεται από ασφαλή κριτήρια, που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την πολυετή ενασχόληση με το εμπορικό δίκαιο ή την αναδιάρθρωση δανείων και επιχειρήσεων, την εξειδίκευση στην τραπεζική διαμεσολάβηση και άλλα συναφή προσόντα.

       

β. Όσον αφορά στη διαδικασία διαπραγμάτευσης:

Κρίνουμε σκόπιμο να δοθεί στο συντονιστή η δυνατότητα να διατυπώνει και απευθύνει προς τα μέρη μη δεσμευτικές προτάσεις. Πιστεύουμε ότι ο διαπιστευμένος διαμεσολαβητής έχει το αναγκαίο γνωστικό και επαγγελματικό υπόβαθρο. Και έτσι θα επιτύχουμε μια πληρέστερη μορφή διαπραγμάτευσης με την υποβολή και επεξεργασία προτάσεων βασισμένων στα αληθή συμφέροντα των μερών. Οι μη δεσμευτικές προτάσεις του διαμεσολαβητή μπορούν να λειτουργήσουν ως εργαλείο υπέρβασης φαινομενικών αδιεξόδων και να διευκολύνουν την επίτευξη μιας οριστικής συμφωνίας.

Έχουμε, επίσης, προτείνει την ενίσχυση της εμπιστευτικότητας και του απορρήτου της διαδικασίας διαπραγμάτευσης. Είναι κρίσιμο να διαφυλαχθεί ένα κλίμα εχεμύθειας, το οποίο, σε τελική ανάλυση, είναι απολύτως αναγκαίο για την ευόδωση της όλης διαπραγμάτευσης. Γι’ αυτό, πέραν της απαγόρευσης εξέτασης ως μαρτύρων των παραγόντων της διαδικασίας, πιστεύουμε ότι πρέπει να διατυπωθεί με έμφαση η απαγόρευση τήρησης πρακτικών. Θα πρέπει όλη η ηλεκτρονική αλληλογραφία που ανταλλάσσουν τα μέρη της διαπραγμάτευσης, να τηρείται σε σχετικό αποκλειστικό αρχείο της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. που μάλιστα θα πρέπει να μπορεί να επιβάλει και κυρώσεις -πρόστιμα- σε εκείνους που χρησιμοποιούν την αλληλογραφία αυτή εκτός της διαπραγμάτευσης. Η δε ηλεκτρονική αλληλογραφία ως δικαστικό τεκμήριο, δεν πρέπει ούτε να λογίζεται σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας.

Συγχρόνως, ένα από τα πλέον κρίσιμα συστατικά επιτυχίας του όλου συστήματος είναι η έκθεση οικονομικής βιωσιμότητας πάνω στην οποία θα στηριχθεί η συμφωνία ρύθμισης των οφειλών. Επομένως θα έπρεπε να προβλεφθούν δεσμευτικά και αυστηρά κριτήρια για την εκπόνησή της (με ή χωρίς οικονομικό πραγματογνώμονα),ειδικά στη μικρή κατηγορία οφειλών, όπου προβλέπεται η χρήση διαδικτυακής πλατφόρμας για την έκδοση της έκθεσης βιωσιμότητας, χωρίς την παρεμβολή πραγματογνώμονα. Πρέπει επίσης κάθε επιχείρηση να γνωρίζει ποια στοιχεία είναι υποχρεωμένη να υποβάλει, καθώς και τις κυρώσεις που επισύρουν οι ανειλικρινείς ή ανακριβείς δηλώσεις.

        Πάντοτε επί της διαδικασίας, πρέπει να σημειώσουμε ότι μας προκαλεί πολύ μεγάλο προβληματισμό η επιλογή του Υπουργείου Οικονομίας να υιοθετεί μια πολυτελή διαδικασία δικαστικής επικύρωσης και μάλιστα από Πολυμελές Δικαστήριο σε τακτή δικάσιμο. Φρονούμε ότι αυτή η λύση θα κοστίσει σε δυσανάλογο χρόνο, θα δημιουργήσει καθυστερήσεις και θα πλήξει την αξιοπιστία του μηχανισμού. Δεν αρκούν τα ευχολόγια για σύντομο προσδιορισμό δικασίμου. Ας θυμηθούμε τι έγινε με τον πολύπαθο ν. 3869/2010. Πρέπει να υπάρξουν καινοτόμες και θαρραλέες λύσεις, που θα αποσυμφορούν και δεν θα επιβαρύνουν τα Δικαστήριά μας.

Κι αυτή η λύση μπορεί να έρθει αν εξετάσουμε σε ποιες περιπτώσεις είναι πραγματικά απαραίτητη η δικαστική επικύρωση. Και η απάντηση είναι ότι η επικύρωση στην πραγματικότητα είναι απολύτως αναγκαία όταν το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης δεσμεύει το Δημόσιο ή Ασφαλιστικούς Οργανισμούς. Σε περίπτωση απουσίας των δημόσιων νομικών προσώπων από την ομάδα των πιστωτών, η συμφωνία που θα επιτευχθεί μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού θα αποτελεί έναν πλήρη συμβιβασμό μεταξύ ιδιωτών στο πλαίσιο της ιδιωτικής αυτονομίας. Η εκτελεστότητα αυτής της συμφωνίας θα μπορούσε να εξασφαλίζεται όπως συμβαίνει και με τα πρακτικά διαμεσολάβησης του ν. 3898/2010. Θα ήταν αρκετή δηλαδή η κατάθεση της συμφωνίας στη γραμματεία του πρωτοδικείου, χωρίς την πολυδάπανη και χρονοβόρα διαδικασία επικύρωσης.

Αντίθετα, η δικαστική επικύρωση θα μπορούσε και θα έπρεπε να διατηρηθεί μόνο για τις περιπτώσεις που στην ομάδα των πιστωτών συμπεριλαμβάνονται δημόσιοι φορείς Κι αυτό είναι απαραίτητο για να νομιμοποιούνται και να αισθάνονται ασφαλείς και οι εκπρόσωποι του Δημοσίου ή των Ασφαλιστικών Οργανισμών που θα συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις. Και μάλιστα σε αυτές τις περιπτώσεις, η επικύρωση θα μπορούσε  κάλλιστα να συντελείται με την έκδοση σχετικής διάταξης του αρμόδιου δικαστή και όχι απόφασης πολυμελούς δικαστηρίου. Έτσι θα αποφευχθούν αναίτιες γραφειοκρατικές καθυστερήσεις κατά τη διεκπεραίωση της σχετικής διαδικασίας. Άλλωστε, τόσο η φύση της υπόθεσης, όσο και η ταχύτητας της όλης διαδικασίας  δικαιολογεί την επιλογή της διάταξης, που υπενθυμίζουμε από το 2012 χρησιμοποιείται και για άλλες διαδικασίες (σωματεία, κληρονομητήριο κ.α.).

γ. Όσον αφορά στους συντονιστές:

Σχετικά με τη σύνθεση του μητρώου συντονιστών της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. είναι σαφές ότι πρέπει αυτό να αποτελείται αποκλειστικά και όχι “κατά προτίμηση” από διαπιστευμένους διαμεσολαβητές του ΥΔΔΑΔ. Τους μόνους διαπιστευμένους από την Πολιτεία λειτουργούς, που διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες, καθώς και την αναγκαία κρατική αναγνώριση για να διεξαγάγουν την προτεινόμενη διαδικασία.

Σε αυτό το σημείο εντοπίζεται και μια από τις πλέον προβληματικές διατάξεις του τρέχοντος σχεδίου. Και μιλώ για την παρ. 5 του άρθρου 6 που εισάγει έναν ακατανόητο, αδικαιολόγητο ποσοτικό περιορισμό των συντονιστών σε συγκεκριμένους αριθμούς ανά περιφέρεια. Η επιλογή αυτή έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα του νομοσχεδίου για ταχεία διαχείριση των σχετικών υποθέσεων, χωρίς γραφειοκρατικές καθυστερήσεις. Επίσης, ο περιορισμός αυτός συνεπάγεται διαδικασίες και κριτήρια επιλογής που δεν φαίνονται ούτε ιδιαίτερα διαφανή ούτε αποτελεσματικά.

Άλλωστε, με δεδομένη την ανισοκατανομή της γεωγραφικής διασποράς των διαμεσολαβητών (μεγάλη συγκέντρωση σε Αττική και Θεσσαλονίκη), ιδίως σε συνδυασμό με την αντίστοιχη ανισοκατανομή των υποθέσεων που αναμένεται να εισαχθούν στο νέο μηχανισμό, ο ποσοτικός περιορισμός φαίνεται ότι θα δημιουργήσει πρακτικά προβλήματα εφαρμογής. Για τους λόγους αυτούς ζητήσαμε να καταργηθεί ο περιορισμός και να μπορούν να εγγραφούν στο μητρώο συντονιστών όσοι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές το επιθυμούν.

Επίσης, για τη διαφύλαξη των συμφερόντων του συντονιστή, έχουμε προτείνει να προβλεφθεί ότι η ευθύνη του θα είναι μόνο για δόλο ή βαριά αμέλεια. Ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει, τέλος, να ληφθεί και για την καταβολή της αμοιβής του συντονιστή, όχι από το μέρος που άρχισε τη διαδικασία όπως προβλέπεται σήμερα, αλλά από όλα τα μέρη της διαπραγμάτευσης, ισομερώς.

Καταλήγοντας, θα πρέπει, θεωρώ, να επανεπιβεβαιώσουμε την ορθή στόχευση του νομοσχεδίου, το οποίο, αν δεν είχε όλες τις ανωτέρω αστοχίες και ελλείψεις, θα άξιζε αποδοχής και υποστήριξης από όλο το φάσμα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής.

Άλλωστε, είναι σαφές: Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης των επιχειρήσεων είναι οικονομικά ευεργετικός και κοινωνικά αναγκαίος. Η πραγματική οικονομία στενάζει υπό το βάρος της ύφεσης. Οι επιχειρήσεις περιμένουν να λάβουν μια δεύτερη ευκαιρία, το δικαίωμα σε ένα βιώσιμο μέλλον. Γι’ αυτό η ρύθμιση των οφειλών, το “νοικοκύρεμα” των λογαριασμών και η διάσωση των βιώσιμων επιχειρήσεων αποκτούν κομβική σημασία για ένα καλύτερο αύριο στο ελληνικό “επιχειρείν”.

Στόχος όλων -και πρώτιστα της Πολιτείας- πρέπει να είναι η βελτίωση της λειτουργικότητας και αποτελεσματικότητας του μηχανισμού. Πρέπει να δημιουργηθούν οι αναγκαίες συνθήκες ώστε να μπορέσει αυτός να οδηγήσει στο σκοπούμενο αποτέλεσμα: την ταχεία, συμβιβαστική και φιλική διευθέτηση των οφειλών μιας επιχείρησης, καθώς και στην ανασυγκρότηση μίας Οικονομίας βαριά πληγωμένης και απαισιόδοξης, που έχει όμως ακόμη μέσα της κύτταρα ζωντανά, δημιουργικά, καινοτόμα, που πρέπει να στηριχθούν για να στηρίξουν και αυτά με τη σειρά τους τη νέα ελληνική οικονομία, την επόμενη μέρα μετά την Κρίση.-